Search
ΕΛ
|
EN

Συχνές Ερωτήσεις

Στο χώρο αυτό θα βρείτε απαντήσεις στις συνηθέστερες και συχνότερες απορίες ή ερωτήσεις που δεχόμαστε από ενδιαφερόμενους σχετικά με την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια εν γένει και τα προϊόντα αυτής.

Τα αλιεύματα είναι η μοναδική πηγή τροφίμων του ανθρώπου που συνεχίζει να «υφαρπάζεται» από την φύση
αντί να καλλιεργείται και να εκτρέφεται όπως συμβαίνει αιώνες τώρα με όλα τα υπόλοιπα τρόφιμα.

Ταυτοχρόνως, οι παγκόσμιες ανάγκες για ψάρια και θαλασσινά αυξήθηκαν ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες (συνεπεία και της αύξησης του πληθυσμού του πλανήτη) και συνεχίζουν να αυξάνονται, με αποτέλεσμα η αλιεία
να μην μπορεί να καλύψει την συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση. Ήδη οι θάλασσες και οι ωκεανοί σε όλο τον κόσμο έχουν βιαστεί -ενδεχομένως- ανεπανόρθωτα από την βιομηχανοποιημένη αλιεία και την υπεραλίευση και πλέον δεν επαρκούν.

Συνεπώς, η ιχθυοκαλλιέργεια είναι μια σύγχρονη αναγκαιότητα αλλά και μια ηθική υποχρέωση
του ανθρώπου απέναντι στη φύση.

Σύμφωνα με τον F.A.O. η παγκόσμια κατανάλωση ψαριών θα αυξηθεί κατά 25% έως το 2030, ανεβάζοντας
την ζήτηση στους 150-160 εκατομμύρια τόνους. Ταυτοχρόνως το παγκόσμιο ετήσιο αλιευτικό αποτέλεσμα, προκειμένου η αλιεία να παραμένει βιώσιμη, δεν μπορεί να ξεπερνά τους 100 εκατομμύρια τόνους.
Η διαφορά θα πρέπει να καλυφθεί από την ιχθυοκαλλιέργεια.

Εκτός όμως των παραπάνω, η παγκόσμια ανάπτυξη της ιχθυοκαλλιέργειας δεν σχετίζεται μόνο με την αυξημένη ζήτηση αλιευμάτων αλλά και με παράγοντες όπως είναι η ελεγχόμενη και άριστη ποιότητα των προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας, η ιχνηλασιμότητα στις διαδικασίες παραγωγής και η κατά τις ανάγκες προγραμματισμένη παραγωγή.

Επίσης σχετίζεται με κοινωνικο-οικονομικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με την οικονομική ανάπτυξη
και την προσφορά εργασίας σε υποβαθμισμένες περιοχές με υψηλούς δείκτες ανεργίας και κατοίκους
με χαμηλά ή καθόλου εισοδήματα, καθώς και σε ακριτικές περιοχές που κινδυνεύουν από ερήμωση.

Οι ιχθυοκαλλιέργειες είναι ίσως η μοναδική ανθρώπινη βιομηχανική δραστηριότητα που εξαρτάται τόσο άμεσα από το θαλάσσιο περιβάλλον, αφού τα ψάρια ζούνε και αναπτύσσονται μέσα στα λίγα κυβικά μέτρα θάλασσας που έχει στη διάθεσή του το ιχθυοτροφείο.

Έτσι, εάν θέλουν να συνεχίζουν να υπάρχουν, οφείλουν να μην καταστρέφουν ούτε να ρυπαίνουν, μα αντιθέτως, να διαφυλάττουν καθαρό το θαλάσσιο περιβάλλον τους για το δικό τους πρωτίστως συμφέρον.

Από την άλλη μεριά, δεν υπάρχει βιομηχανική δραστηριότητα που να μην επιβαρύνει έστω και στο ελάχιστο το φυσικό περιβάλλον.

Η επίδραση της ιχθυοκαλλιέργειας στην ποιότητα του νερού γύρω από αυτήν, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την σταδιακή συσσώρευση στον βυθό υπολειμμάτων τροφής και κυρίως περιττωμάτων των ψαριών, η οποία εκφράζεται μέσω αύξησης των συγκεντρώσεων αζώτου και φωσφόρου στο νερό και στα ιζήματα του βυθού.

Ωστόσο, πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η συσσώρευση αυτή, αφενός περιορίζεται σε έκταση λίγων εκατοντάδων μέτρων γύρω από τις πλωτές εγκαταστάσεις και αφετέρου ότι η αύξηση των επιπέδων αζώτου και φωσφόρου λόγω αυτής της συσσώρευσης είναι αμελητέα σε σύγκριση με τις ποσότητες που επίσης καταλήγουν στη θάλασσες από άλλες βιομηχανικές δραστηριότητες στην ξηρά.

Επίσης, έχει αποδειχτεί ότι το θαλάσσιο περιβάλλον γύρω από μια ιχθυοκαλλιέργεια αποκαθίσταται πλήρως και επανέρχεται στην αρχική του κατάσταση μέσα σε λίγους μόνο μήνες μετά την απομάκρυνση της ιχθυοκαλλιέργειας από μια συγκεκριμένη περιοχή.

Οι σύγχρονες μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, εγκαθίστανται ούτως ή άλλως σε περιοχές με μεγάλα βάθη, έντονα ρεύματα και ως εκ τούτου ταχύτερη διάλυση και διάχυση των οργανικών υλών που αποβάλλονται από την μονάδα, με συνέπεια η συσσώρευσή τους στον βυθό να είναι όλο και μικρότερη τα τελευταία χρόνια.

Ταυτοχρόνως, οι σύγχρονες ιχθυοτροφές είναι ειδικής σύνθεσης και ιδιαίτερα εύπεπτες, με αποτέλεσμα να είναι πλήρως εκμεταλλεύσιμες από το ψάρι, και τα παραγόμενα υποπροϊόντα πολύ λιγότερα.

Η μεγαλύτερη όμως απόδειξη ότι η επιβάρυνση του θαλασσίου περιβάλλοντος από τις ιχθυοκαλλιέργειες είναι μικρή και απολύτως αναστρέψιμη, είναι η αφθονία ζωής και ιχθυοπανίδας που παρατηρείται γύρω από κάθε μονάδα.

Χιλιάδες ψάρια κάθε είδους, από αθερίνα, σαρδέλες, γόπες, και κέφαλοι, μέχρι παλαμίδες, τοννάκια, γοφάρια, μαγιάτικα, έως και τεράστιες τούνες, επαληθεύοντας την γνωστή παροιμία «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», συνωστίζονται γύρω από τους ιχθυοκλωβούς αναζητώντας τροφή και …ασφάλεια, αφού η αλιεία απαγορεύεται γύρω από τις εγκαταστάσεις των ιχθυοτροφείων.

Να λοιπόν, που τα ίδια τα ψάρια απαντούν από μόνα τους στο ερώτημα περι ρύπανσης.

Στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα στη Μεσόγειο, καλλιεργούνται σε μαζική κλίμακα τσιπούρες και λαβράκια. Αυτά τα δύο είδη αποτελούν περίπου το 98% της συνολικής ετήσιας παραγωγής ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας.

Τα ψάρια αυτά πωλούνται συνήθως σε μέγεθος 300-600 γρ. αλλά τα βρίσκει κανείς και ακόμα μεγαλύτερα (μέχρι και 1 κιλό).

Καλλιεργούνται επίσης αλλά σε πολύ μικρότερη κλίμακα, ούγενες (αλλιώς χιόνες ή μυτάκια), φαγκριά και κρανιοί. Αυτά αποτελούν το υπόλοιπο 2% της συνολικής ετήσιας παραγωγής.

Πέραν των παραπάνω, σε πειραματικό στάδιο και σε αμελητέες ποσότητες, παράγονται ακόμα συναγρίδες, μουρμούρες, μελανούρια, σηκιοί κ.α.

Όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό ή ιδιοτελές, τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας είναι 1ον) τα πιο υγιεινά και 2ον) τα πιο φρέσκα ψάρια που μπορεί να προμηθευτεί ο καταναλωτής!

Σε πολλές δε περιπτώσεις, είναι υγιεινότερα και σίγουρα πιο φρέσκα από τα ψάρια ελεύθερης αλιείας.

Αυτό γίνεται κατανοητό εάν λάβουμε υπόψη μας τα παρακάτω:

1) Γιατί είναι πιο υγιεινά:

Είναι γνωστό ότι τα ψάρια αποτελούν ούτως ή άλλως μια από τις πιο υγιεινές και θρεπτικές τροφές για τον άνθρωπο. Αυτό οφείλεται στις υψηλής βιολογικής αξίας πρωτεΐνες τους και κυρίως στην υψηλή περιεκτικότητά τους σε λιπαρά οξέα, ιδιαίτερα σε πολυακόρεστα ω-3 λιπαρά οξέα, τα οποία είναι ιδιαίτερα ωφέλιμα για τον οργανισμό.

Δεκάδες είναι οι επιστημονικές μελέτες (βλ. References στο τέλος της απάντησης) που έχουν αποδείξει την τεράστια αξία των λιπαρών οξέων των ψαριών στην καθημερινή διατροφή, ειδικότερα ενάντια στις μοντέρνες ασθένειες (καρδιαγγειακές, νευρολογικές κ.α.) που ταλαιπωρούν τον σύγχρονο άνθρωπο.

Εξίσου πολλές είναι οι μελέτες οι οποίες συγκρίνουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας με εκείνα των «άγριων» ψαριών (ελεύθερης αλιείας).

Όλες ανεξαιρέτως καταδεικνύουν την ανωτερότητα των ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας έναντι των «άγριων», ως προς την υψηλότερη περιεκτικότητά τους σε – πολύτιμα για την υγεία μας – πολυακόρεστα ω-3 λιπαρά οξέα και ταυτόχρονα την χαμηλότερη περιεκτικότητά τους σε κορεσμένα λιπαρά που είναι λιγότερο υγιεινά.

Συνεπώς τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, πλουσιότερα σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα από τα «άγρια», κάνουν με την κατανάλωσή τους περισσότερο καλό στον οργανισμό.

Επίσης τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας είναι πιο ασφαλή από πλευράς προέλευσης. Αυτό γιατί εκτρέφονται σε εγκεκριμένο και συμβατό για θαλάσσια καλλιέργεια, ελεγχόμενο περιβάλλον, υπό την επίβλεψη ειδικευμένων επιστημόνων (ιχθυολόγων, κτηνιάτρων) και κάτω από αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας, εν αντιθέσει με τα ψάρια ελεύθερης αλιείας που ο καταναλωτής δεν μπορεί να γνωρίζει την προέλευσή τους και που συχνά αλιεύονται σε επιβεβαρημένες περιοχές, κοντά σε λιμάνια ή σε τόπους που εκβάλλουν αστικά λύματα.

2) Γιατί είναι τα πιο φρέσκα:

Τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας είναι ασφαλώς τα πιο φρέσκα ψάρια που μπορεί να αγοράσει ο καταναλωτής, ακριβώς διότι εξαλιεύονται κατά βούληση

Αμέσως μόλις ο παραγωγός λάβει συγκεκριμένη παραγγελία για συγκεκριμένη ποσότητα ψαριών, αλιεύει τα ψάρια μέσα από τις θαλάσσιες εγκαταστάσεις του (τα οποία μέχρι εκείνη τη στιγμή είναι ολοζώντανα), τα θανατώνει ακαριαία μέσα σε ειδικές δεξαμενές με πάγο και νερό και αμέσως ξεκινά η διαδικασία της συσκευασίας τους (σε υπερσύγχρονα αυτοματοποιημένα συσκευαστήρια και κάτω από αυστηρότατες προδιαγραφές υγιεινής) και κατόπιν η μεταφορά τους με ειδικά φορτηγά-ψυγεία στις κατά τόπους αγορές.

Καθ’ όλη αυτή τη διαδικασία, διατηρείται η ονομαζόμενη «αλυσίδα θερμοκρασίας», δηλαδή το ψάρι (που είναι ένα εξαιρετικά ευπαθές προϊόν) διατηρείται παγωμένο στις ενδεδειγμένες θερμοκρασίες, με αποτέλεσμα να διατηρείται αναλλοίωτο και ολόφρεσκο και να φτάνει σε ελάχιστο χρόνο από την εξαλίευσή του, σχεδόν σπαρταριστό, στον πάγκο του σουπερ-μάρκετ ή του ιχθυοπωλείου.

Στην αντίπερα όχθη, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει πότε ακριβώς αλιεύθηκε ένα ψάρι από τα δίχτυα ενός καϊκιού, πόσος χρόνος μεσολάβησε από τη θανάτωσή του μέχρι την τοποθέτησή του σε τελάρο με πάγο, πόσο χρόνο εκτέθηκε στην ζέστη και τον ήλιο, και πόσος χρόνος πέρασε από την αλίευσή του μέχρι τον πάγκο του ιχθυοπώλη.

REFERENCES

Fish consumption and risk of stroke in men
ACC Current Journal Review, March 2003, vol. 12, no. 2, pp. 43-44(2)
He K.; Rimm E.B.; Merchant A.
Elsevier Science

Prevention of sudden cardiac death by n-3 polyunsaturated fatty acids
Pharmacology and Therapeutics, June 2003, vol. 98, no. 3, pp. 355-377(23)
Leaf A.[1]; Xiao Y.-F.; Kang J.X.; Billman G.E.
Prevention of fatal cardiac arrhythmias by polyunsaturated fatty acids
American Journal of Clinical Nutrition, January 2000, Vol. 71, No. 1, pp. 202-207(6)
Jing X Kang and Alexander Leaf

Influence of fish consumption on the distribution of serum cholesterol in lipoprotein fractions: comparative study among fish-consuming and non-fish-consuming populations
Asia Pacific Journal of Clinical Nutrition, June 2002, vol. 11, no. 2, pp. 104-111(8)
Bulliyya G.

Fish consumption and self-reported physical and mental health status
Public Health Nutrition, June 2002, vol. 5, no. 3, pp. 427-432(6)
Silvers K.M.*; Scott K.M.

Differences in tissue fatty acid composition between reared and wild sharpsnout sea bream, Diplodus puntazzo (Cetti, 1777)
British Journal Of Nutrition, November 2001, vol. 86, no. 5, pp. 617-622(6)
Rueda F.M.[1]; Hernαndez M.D.[1]; Egea M.A.[1]; Aguado F.[1]; Garcνa B.[1]; Martνnez F.J.[2]*

Τα ψάρια της ιχθυοκαλλιέργειας τρέφονται με τεχνητές ισορροπημένες πλήρεις ιχθυοτροφές που έχουν σύσταση ανάλογη των διατροφικών συνηθειών του κάθε είδους ψαριού στη φύση.

Ανήκουν στην κατηγορία των ξηρών τροφών και παράγονται σε 2 μορφές αναλόγως του μεγέθους του εκτρεφόμενου ψαριού: σύμπηκτων (pellets) για τα μεγαλύτερα μεγέθη και κόκκου (granulated meal) για τις μικρές ηλικίες.

Η διαδικασία παραγωγής τους περιλαμβάνει την προκατεργασία των νωπών πρώτων υλών που είναι κυρίως ιχθυάλευρα, ιχθυέλαια (fish meal & fish oil) και δημητριακά, την προσθήκη βιταμινών και ιχνοστοιχείων (απαραίτητων για την φυσιολογική ανάπτυξη των ψαριών) και τέλος αμύλου (starch) για την συγκόλληση των συστατικών μεταξύ τους.

Τα πλεονεκτήματα της χρήσης πλήρων τεχνητών ιχθυοτροφών είναι ότι:

  • παράγονται σε εξειδικευμένες βιομηχανικές εγκαταστάσεις με χρήση σταθερών συνθηκών παραγωγής και πιστοποιημένων πρώτων υλών με αποτέλεσμα να είναι υγειονολογικά ασφαλείς
  • διαθέτουν ελεγχόμενα φυσικά χαρακτηριστικά (σχήμα, μέγεθος, πυκνότητα, χρώμα)
  • η σύνθεσή τους είναι ελεγχόμενη και άρα έχουν σταθερή και γνωστή διατροφική αξία και οργανοληπτικές ιδιότητες

Τέλος, ακριβώς επειδή οι τεχνητές ιχθυοτροφές έχουν σαν κύρια πρώτη ύλη το ιχθυάλευρο, το οποίο προέρχεται πάλι από ψάρια με αντίστοιχο προφίλ θρεπτικών ουσιών, πρωτεϊνών και κύρια πολυακόρεστων λιπαρών οξέων, διατηρούν στο ακέραιο τις πολύτιμες ιδιότητες που έχει το ψάρι ως τρόφιμο, οι οποίες με τη σειρά τους και με βάση την αρχή του «είσαι ότι τρως» μεταφέρονται αυτούσιες στο ψάρι ιχθυοκαλλιέργειας.

Η σύγχρονη μάλιστα τεχνολογία και τεχνογνωσία στους τομείς παρασκευής ιχθυοτροφών και εκτροφής ψαριών, εξασφαλίζει σταθερότητα στην ύπαρξη αυτών των θετικών ιδιοτήτων στα ψάρια της ιχθυοκαλλιέργειας και πολλές φορές βελτίωσή τους για ακόμα μεγαλύτερο όφελος στον άνθρωπο, όπως καταγράφεται σε πρόσφατα δημοσιευμένη εργασία (Rueda et al., BRITISH JOURNAL OF NUTRITION, vol. 26 (5), pp. 617 – 622), όπου το λιπιδικό προφίλ των καλλιεργούμενων ψαριών βρέθηκε να είναι καταλληλότερο για τη διατροφή του ανθρώπου σε σύγκριση με αυτό των «άγριων».

REFERENCES

Comparison of wild and cultured gilthead sea bream (Sparus aurata); composition, appearance and seasonal variations
International Journal of Science and Technology, 2002, vol. 37, pp. 477-484
Grigorakis K.; Alexis M.N.; Anthony Taylor K.D.*; Hole M.

Fish Consumption and Breast Cancer Risk
Nutrition and Cancer, 1 September 2002, vol. 44, no. 1, pp. 1-6(6)
Terry P.; Rohan T.E.; Wolk A.; Maehle-Schmidt M.; Magnusson C.

Τα ιχθυάλευρα και τα ιχθυέλαια είναι τα κυριότερα συστατικά των ιχθυοτροφών με τις οποίες τρέφονται τα ψάρια της ιχθυοκαλλιέργειας.

Οι ιχθυοτροφές πρέπει να προσδίδουν στο εκτρεφόμενο ψάρι τις απαραίτητες για την ανάπτυξή του πρωτεΐνες και λίπη. Ως πηγή πρωτεϊνών και λιπών χρησιμοποιούνται τα ιχθυάλευρα και τα ιχθυέλαια.

Τα ιχθυάλευρα και τα ιχθυέλαια προκύπτουν από την επεξεργασία (άλεσμα) ορισμένων ειδών πελαγικών ψαριών τα οποία αλιεύονται κυρίως στον νότιο Ειρηνικό και βόρειο Ατλαντικό.

Τα είδη αυτά των ψαριών, σχηματίζουν τεράστιους πληθυσμούς, πολλαπλασιάζονται πολύ γρήγορα και σε μεγάλους αριθμούς, μεγαλώνουν ταχύτατα και έχουν μικρή διάρκεια ζωής.

Αλιεύονται σε μεγάλες ποσότητες και αποτελούν σπουδαιότατη πηγή άριστης ποιότητας πρωτεϊνών και ιχθυελαίου όχι μόνο για τις ανάγκες της παγκόσμιας ιχθυοκαλλιέργειας αλλά και της ζωικής παραγωγής εν γένει (κτηνοτροφία, πτηνοτροφία).

Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η ετήσια παγκόσμια παραγωγή ιχθυαλεύρου είναι περί τα 6,5 εκατομμύρια τόνοι, εκ των οποίων μόνο 2 εκατομμύρια τόνοι καταναλώνονται από την ιχθυοκαλλιέργεια.

Αντιστοίχως, η ετήσια παραγωγή ιχθυελαίου είναι περί τα 1,2 εκατομμύρια τόνοι, εκ των οποίων η ιχθυοκαλλιέργεια καταναλώνει περίπου 450.000 τόνους.

Οι κυριότερες φαρμακευτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται στην ιχθυοκαλλιέργεια, έχουν να κάνουν με την πρόληψη και προφύλαξη από ασθένειες και δεν είναι τίποτα περισσότερο από εμβόλια και ανοσοενισχυτικά.

Η χρήση εμβολίων (πάντοτε εγκεκριμένων από τον Ε.Ο.Φ.) είναι πλέον ρουτίνα στις ιχθυοκαλλιέργειες. Η συγκεκριμένη κατηγορία ουσιών, εκτός του ότι δεν παρουσιάζει καμία επικινδυνότητα για τον καταναλωτή, παράλληλα καθιστά τα ψάρια περισσότερο ανθεκτικά σε βακτήρια και μικροοργανισμούς που δυνητικά θα τα προσέβαλαν.

Με τη χρήση εμβολίων, μειώνονται τα περιστατικά νόσου, προστατεύεται η ευζωία (welfare) των εκτρεφομένων ψαριών και εξαλείφεται η ανάγκη για χρήση αντιβιοτικών ή άλλων φαρμάκων.

Έτσι λοιπόν, λόγω της ευρείας χρήσης εμβολίων στις ιχθυοκαλλιέργειες, οι ασθένειες είναι πλέον ελάχιστες και συνήθως δεν υφίσταται λόγος για χρήση άλλων φαρμάκων.

Ωστόσο, αν παρ’ όλα αυτά εμφανιστεί ασθένεια (κυρίως σε περιπτώσεις όπου δεν έγινε εμβολιασμός) χρησιμοποιούνται ΜΟΝΟΝ εγκεκριμένα από τον Ε.Ο.Φ. αντιβιοτικά, και η χορήγησή τους γίνεται ΜΟΝΟ μετά από συνταγή ειδικευμένου στην παθολογία των ιχθύων κτηνιάτρου, και ΜΟΝΟΝ αφού διενεργηθούν οι αναγκαίες εξετάσεις.

Σε κάθε δε περίπτωση, όπως και στα άλλα είδη ζώων που προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο, τηρούνται αυστηρά οι «χρόνοι αναμονής» ώστε να εξασφαλιστεί η πλήρης απουσία έστω και ίχνους αντιβιοτικών από τη σάρκα των ψαριών.

Θα πρέπει εδώ να τονιστεί ότι υπάρχει μια βασική διαφοροποίηση στην εκτροφή ψαριών σε σχέση με τα χερσαία ζώα για την παραγωγή τροφίμων ζωικής προέλευσης.

Η ιδιαιτερότητα είναι ότι το μέσο το οποίο περιβάλλει τα ψάρια, το θαλασσινό νερό, είναι σε μεγάλο βαθμό ελέγξιμο, κυρίως στις νεαρές ηλικίες που είναι και οι πιο ευαίσθητες στις ασθένειες.

Σε αυτές τις ηλικίες, τα ψάρια εκτρέφονται ακόμα σε χερσαίες εγκαταστάσεις υπό απόλυτα ελεγχόμενες συνθήκες, όπου το εισερχόμενο νερό δέχεται πλήρη επεξεργασία (κατακράτηση με φίλτρα, επεξεργασία με υπεριώδη ακτινοβολία UV) κατά την οποία απομακρύνονται όλα τα πιθανά παθογόνα. Η μεταφορά στις μονάδες εκτροφής στη θάλασσα γίνεται σε ηλικίες όπου τα ψάρια είναι πλέον ανθεκτικά και επιπλέον εμβολιασμένα, με αποτέλεσμα τα περιστατικά ασθενειών να είναι ελάχιστα και κατά συνέπεια η πιθανότητα χρήσης φαρμάκων πολύ μειωμένη.

Κατηγορηματικά ΟΧΙ.

Σε αντίθεση με την βιομηχανία εκτροφής χερσαίων θηλαστικών (βοοειδή, χοίροι, αιγοπρόβατα) για την παραγωγή τροφίμων ζωικής προέλευσης όπου χρησιμοποιούνται ορμόνες για τον έλεγχο της αναπαραγωγής (συγχρονισμός του οίστρου, αύξηση παραγωγής γάλακτος και αύξηση του αριθμού απογόνων) και σε ορισμένες χώρες ακόμα και για την ταχύτερη αύξηση (αυξητικές ορμόνες, U.S.A.), στην ιχθυοκαλλιέργεια δεν υπάρχει ανάγκη για χρήση τέτοιων ουσιών.

Ο έλεγχος της αναπαραγωγής στα ψάρια επιτυγχάνεται με απόλυτα φυσικές μεθόδους όπως ο έλεγχος της διάρκειας φωτός/24ωρο (φωτοπερίοδος) και της θερμοκρασίας του ύδατος στο οποίο εκτρέφονται οι γεννήτορες (θερμοπερίοδος).

Τέλος, σε ότι αφορά την αύξηση, επίσης δεν υφίσταται λόγος χρήσης τέτοιων ουσιών διότι το φυσιολογικό γενετικό δυναμικό στα ψάρια εξασφαλίζει ούτως ή άλλως ταχεία αύξηση, μικρό κύκλο παραγωγής και εκμετάλλευση της τροφής σε επίπεδα πολύ καλύτερα από τα χερσαία είδη.

Συνεπώς, στις ιχθυοκαλλιέργειες ΔΕΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΟΡΜΟΝΕΣ.

Κατηγορηματικά ΟΧΙ. Και ούτε υπάρχει λόγος να είναι.

Τα ψάρια της μεσογειακής και Ελληνικής ιχθυοκαλλιέργειας είναι τα ίδια ακριβώς ψάρια που ζούνε και αναπαράγονται στις θάλασσές μας.

Προέρχονται από γεννήτορες που έχουν αλιευθεί από την φύση όπου έπειτα από διαδοχικές γενεές έχουν αυστηρά (με βάση τους κανόνες της ζωοτεχνίας) επιλεγεί τα καταλληλότερα ψάρια, ως προς την ευρωστία τους, την γρήγορη ανάπτυξή τους, την αντοχή τους σε ασθένειες και τα μορφολογικά τους χαρακτηριστικά.

Είναι δε, γενετικά πανομοιότυπα με κάθε τσιπούρα ή κάθε λαβράκι που ζει ελεύθερο στη θάλασσα.

Μπορούμε όλοι να αισθανόμαστε εθνικά υπερήφανοι!

Η Ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης στην παραγωγή μεσογειακών ειδών, αφού μόνη της παράγει το 50% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής.

Η Ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια ακολουθώντας αλματώδη πορεία την τελευταία δεκαετία, εκμεταλλευόμενη τις άριστες περιβαλλοντικές συνθήκες και την ιδανική μορφολογία της ακτογραμμής της, αναπτύχθηκε έντονα, απέκτησε δική της τεχνογνωσία, και πολύ γρήγορα κυριάρχησε στις Ευρωπαϊκές και διεθνείς αγορές.

Το 2011 σε ολόκληρη την Ελληνική επικράτεια 60 εταιρείες λειτουργούν 315 άδειες ιχθυοκαλλιέργειας των οποίων η συνολική παραγωγή εκτιμάται ότι ανήλθε στους 120.000 τόνους έτοιμου προϊόντος, καθώς επίσης, 40 ιχθυογεννητικοί σταθμοί οι οποίοι παρήγαγαν 400.000.000 τεμάχια γόνου.

Ο γόνος που παράγεται από τους Ελληνικούς ιχθυογεννητικούς σταθμούς απορροφάται κατά 90% από τις Ελληνικές μονάδες εκτροφής, ενώ το έτοιμο προϊόν που παράγουν οι Ελληνικές μονάδες εκτροφής εξάγεται σε ποσοστό 85% σε 30 αγορές της Ευρώπης, της Βόρειας Αμερικής και Ρωσίας και το υπόλοιπο απορροφάται από την Ελληνική αγορά.

Σήμερα, η θαλάσσια ιχθυοκαλλιέργεια αποτελεί για την χώρα μας έναν πάρα πολύ σημαντικό κλάδο της Εθνικής της οικονομίας, αφού είναι ο πρώτος εξαγωγικός κλάδος της χώρας στα προϊόντα διατροφής, με ετήσιο τζίρο που ξεπερνά τα 500 εκατομμύρια ευρώ.

Σύμφωνα με τις οδηγίες σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ισχύουν ήδη από τον Ιανουάριο του 2002, κάθε ψάρι που πωλείται στην αγορά από τους λιανοπωλητές (σούπερ-μάρκετ, ιχθυοπωλεία) ΠΡΕΠΕΙ να σημαίνεται, δηλαδή να παρέχει στον καταναλωτή βασικές πληροφορίες ως προς την προέλευσή του.

Συγκεκριμένα, οι παραπάνω οδηγίες σήμανσης απαιτούν:

  • Να αναγράφεται η εμπορική ονομασία του κάθε ψαριού,
  • Να αναγράφεται η επιστημονική ονομασία του είδους,
  • Να αναγράφεται η μέθοδος παραγωγής του, δηλαδή εάν προέρχεται από την ελεύθερη αλιεία ή εάν είναι προϊόν ιχθυοκαλλιέργειας,
  • Εάν πρόκειται για ψάρι ελεύθερης αλιείας, να αναγράφεται η προέλευσή του δηλαδή σε ποιο μέρος και πότε αλιεύθηκε,
  • Εάν πρόκειται για προϊόν ιχθυοκαλλιέργειας, να αναγράφεται η χώρα παραγωγής του, είτε αυτή είναι χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε τρίτη χώρα.

Η Σελόντα χαιρετίζει την σημαντική αυτή ενέργεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την κατεύθυνση της υπεύθυνης ενημέρωσης του καταναλωτή για το προϊόν που αγοράζει, και μάλιστα η ίδια είναι έτοιμη να προχωρήσει ένα ακόμη βήμα παρακάτω, παρέχοντας στον καταναλωτή απόλυτη ιχνηλασιμότητα σχετικά με τα προϊόντα της σε κάθε στάδιο της παραγωγικής αλυσίδας. Έτσι λοιπόν, είναι ήδη διαθέσιμες προς τον καταναλωτή πληροφορίες σχετικά με την διατροφή, τις μεθόδους παραγωγής, αλλά και το πλήρες ιστορικό επεξεργασίας και συσκευασίας των προϊόντων της.

Επίσης, προτρέπει κάθε παραγωγό και λιανοπωλητή να σέβεται τον καταναλωτή και να τηρεί τις παραπάνω οδηγίες.

Διότι τα ψάρια είναι άριστη πηγή πρωτεϊνών και λιπαρών οξέων, στοιχείων απαραίτητων για καλή υγεία.

Οι γιατροί συνιστούν να τρώμε ψάρι τουλάχιστον 2 φορές την εβδομάδα. Θα μπορούσαν να γραφτούν σελίδες ολόκληρες προκειμένου να εξηγήσουμε επαρκώς το γιατί.

Τα ψάρια έχουν μεγάλη θρεπτική αξία καθώς είναι πλούσια σε υψηλής ποιότητας πρωτεΐνες (εφάμιλλης ή και καλλίτερης από του κρέατος) και ταυτοχρόνως σε πολύτιμα για την υγεία λιπαρά οξέα ω-3. Μάλιστα, όσο λιπαρότερο είναι το ψάρι (λαβράκι, τσιπούρα, σολομός, σαρδέλα, σκουμπρί κ.α.) τόσο θρεπτικότερο και υγιεινότερο είναι για τον οργανισμό. Τα ω-3 λιπαρά οξέα θωρακίζουν τον οργανισμό απέναντι σε καρδιαγγειακά νοσήματα (θρομβώσεις, εμφράγματα) καθώς μειώνουν τα τριγλυκερίδια και την «κακή» χοληστερόλη, μειώνουν την πηκτικότητα του αίματος και την αρτηριακή πίεση, περιορίζουν τον κίνδυνο ισχαιμικών εγκεφαλικών επεισοδίων, αυξάνουν τη μακροζωία, βοηθούν στην απώλεια περιττών κιλών και ενισχύουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα.

Πέραν αυτών, τα ψάρια αποτελούν την πιο ισορροπημένη ίσως διατροφή αφού εκτός από πρωτεΐνες και λιπαρά οξέα περιέχουν επίσης σε μεγάλες ποσότητες ασβέστιο (βοηθά στον σχηματισμό των οστών), ιώδιο (βοηθά στον μεταβολισμό καθώς είναι βασικό συστατικό των θυρεοειδικών ορμονών αλλά και στην ανάπτυξη του νευρικού συστήματος), φώσφορο (βοηθά στην ανάπτυξη του μυϊκού συστήματος και στον μεταβολισμό των αμινοξέων), αλλά και πολλές βιταμίνες (Α, Β12, D) οι οποίες είναι πολλαπλώς πολύτιμες για τον οργανισμό.

Επίσης, πρόσφατες επιστημονικές έρευνες έδειξαν πως η συχνή κατανάλωση ψαριών, πέραν της ευεργετικής επίδρασης στην υγεία, βοηθά και σε συγκεκριμένες παθήσεις που ούτε καν φανταζόμαστε όπως κατάθλιψη, αρθρίτιδα, άσθμα, εγκεφαλικά επεισόδια, νόσο Άλτσχάϊμερ αλλά και καρκίνο, παχυσαρκία και πρόωρο τοκετό.